Μεγάλες κόντρες που άφησαν εποχή – Rossi VS Biaggi
Valentino Rossi vs Max Biaggi. Μιλάμε ίσως για τη Μητέρα όλων των Μαχών. Μιλάμε για δύο αναβάτες που συναντήθηκαν σε διαφορετικές περιόδους της καριέρας τους και μας χάρισαν τα πιο εντυπωσιακά πρωταθλήματα της αυγής της νέας χιλιετίας, τόσο εντός, όσο και εκτός πίστας.
Δύο Ιταλοί – πολύ σπουδαίοι αναβάτες – συναντήθηκαν για πρώτη φορά το 2000 στη μεγάλη κατηγορία των Grand Prix, έχοντας ως στόχο την κατάκτηση του πιο πολυπόθητου Τίτλου σε δύο τροχούς. Και οι δύο ήταν ταχύτατοι, όμως το κορυφαίο σκαλοπάτι του κόσμου είχε θέση μόνο για τον έναν. Έτσι η ‘σύγκρουση’ των δύο ήταν αναπόφευκτη.
Μια ‘σύγκρουση’ που είχε ξεκινήσει πριν το Ιταλικό δίδυμο βρεθεί μαζί στην πίστα. Ήταν εξ’ άλλου δύο εντελώς διαφορετικοί χαρακτήρες και η δημοτικότητά τους θα έπαιζε το ρόλο της. Ο Valentino ήταν πιο φιλικός, πιο πρόσχαρος, πιο κοινωνικός. Ο Max από την άλλη είχε ένα ψυχρό περίβλημα που φάνταζε αδιαπέραστο.
Όμως οι οδηγικές ικανότητες του ‘Ρωμαίου Αυτοκράτορα’ τον είχαν κάνει αγαπητό στον κόσμο, με τους Ιταλούς να βλέπουν στα μάτια του τον επόμενο Παγκόσμιο Πρωταθλητή των 500cc. Ώσπου ήρθε ο Rossi. Ο αναβάτης από την Tavullia τα είχε όλα ώστε να καθιερωθεί στο αγωνιστικό κοινό· ταχύτητα, θάρρος, θράσος και χαβαλέ. Πολύ χαβαλέ.
Σύμφωνα με τον Carlo Pernat (πρώην μάνατζερ και των δύο), η πρώτη αψιμαχία των Rossi-Biaggi ήρθε σε ένα εστιατόριο, πριν καν οι δύο τους βρεθούν αντιμέτωποι στην πίστα. Ο Rossi ήταν νεαρός και έλεγε ότι ήθελε, κάνοντας πλάκα για τον περήφανο Max σε ένα show. Ο Biaggi το έμαθε, πήγε στο εστιατόριο και έτσι απλά, είπε στον Rossi «όταν μιλάς για τον Max Biaggi, θα πλένεις το στόμα σου.» Αυτό ήταν. Η ‘μάχη’ είχε ήδη αρχίσει.
Το 2000 είχε έρθει η ώρα για τον Rossi να μεταβεί στη μεγάλη κατηγορία. Ο Biaggi τον περίμενε, ήθελε πολύ να τον νικήσει εντός πίστας και εκτός από το να του επιβληθεί, ήθελε να κερδίσει το κοινό (που σταδιακά έχανε) με το μέρος του. Ο Rossi ήταν γρήγορος από την αρχή και στο τέλος του πρωταθλήματος οι δύο τους είχαν από δύο νίκες.
Οι δύο αναβάτες οδηγούσαν για διαφορετικούς κατασκευαστές, ο Rossi για τη Honda της ομάδας Nastro Azzurro (με εργοστασιακή υποστήριξη) και ο Biaggi για την εργοστασιακή ομάδα Marlboro Yamaha. Το 2001 ο Rossi ήταν έτοιμος. Είχε περάσει την χρονιά εκμάθησης και τώρα ήθελε να ‘αποφοιτήσει’ με το αριστείο.
H πρώτη αναμέτρηση της χρονιάς θα βρει τους δύο αναβάτες να μάχονται στη Suzuka, σε έναν αγώνα που έμελλε να μείνει αξέχαστος. Ο Biaggi οδηγούσε από την 3η θέση και ο Rossi, έχοντας καλύτερο ρυθμό, έψαχνε τη δίοδο ώστε να προσπεράσει.
Και κάπως έτσι φτάσαμε στην περίφημη αγκωνιά του Max προς τον Vale που ‘φούντωσε’ για τα καλά τη φωτιά ανάμεσά τους. Την ώρα που ο Rossi προσπαθούσε να περάσει από την εξωτερική τον Biaggi στην έξοδο της τελευταίας στροφής της πίστας και ισιώνοντας τις μοτοσυκλέτες τους, ο Biaggi προέταξε τον αριστερό αγκώνα του αποθώντας τον Rossi στα χώματα.
Εκείνη την ώρα ο αναβάτης με το νούμερο ’46’ πήγαινε με σχεδόν 200χλμ/ώρα και η μοτοσυκλέτα του πάτησε με τα σλικ ελαστικά της τα χώματα της πίστας, χαρίζοντας στους θεατές αλλά κυρίως στον ίδιο ένα επικίνδυνο ‘ροντέο’. Ο Rossi γλύτωσε τα χειρότερα ενώ ένα γύρο μετά πέρασε με εμφατικό τρόπο τον μεγάλο του αντίπαλο.
Και επειδή το αίμα του ‘έβραζε’ και απλά ένα προσπέρασμα δεν του αρκούσε, φρόντισε να επιβεβαιώσει στον Max πως ένιωθε για αυτόν, υψώνοντας το μεσαίο του δάχτυλο την ώρα που έστριβε στην πρώτη στροφή της πίστας. Ο Rossi έφτασε με άνεση στην νίκη εκείνη τη φορά, όμως ο αγώνας αυτός δεν τελείωσε εκεί.
Ο Rossi δήλωνε μετά το πέσιμο της καρό σημαίας ότι οι μάχες «είναι στους αγώνες, όμως αυτό που έκανε ήταν επικίνδυνο. Φοβήθηκα.» Ο τότε αναβάτης της Honda συνέχισε τις πολύ καλές του εμφανίσεις, κερδίζοντας τους τρεις από τους πέντε πρώτους αγώνες της χρονιάς.
Κανείς δεν έδειχνε ικανός να τον σταματήσει και ο Biaggi βρισκόταν ήδη 21 βαθμούς μακριά του στο βαθμολογικό πίνακα. Και τότε ήρθε η Καταλωνία. Τέταρτη νίκη της χρονιάς για τον Rossi, 2ος πίσω του αλλά μακριά ο Biaggi.
Η κατάσταση μεταξύ των δύο ήταν ήδη τεταμένη όταν ένας αλυτάρχης φημολογείται (σύμφωνα με το http://www.telegraph.co.uk) ότι είδε τον Rossi να χτυπά τον Biaggi στο πρόσωπο, λίγο πριν οι δύο τους βγουν για την απονομή στο βάθρο. Η αιτία; Κάποια σπρωξίματα που αντάλλαξε ο Biaggi με τον manager του Rossi.
Ο αναβάτης της Yamaha εμφανίστηκε στο βάθρο αλλά και τη συνέντευξη τύπου με σημάδια στο πρόσωπο, όταν όμως ρωτήθηκε για αυτά δήλωσε ότι μάλλον τον τσίμπησε κουνούπι.
Τότε ήταν που επενέβη η FIM, η οποία φοβούμενη ότι η κατάσταση θα φύγει εκτός ελέγχου έστειλε ανοιχτή επιστολή και στους δύο ότι αν δεν αλλάξουν συμπεριφορά, θα δεχθούν σοβαρές κυρώσεις. Τα media είχαν πάρει κυριολεκτικά ‘φωτιά’, οι δύο κορυφαίοι αναβάτες της χρονιάς είχαν έρθει ως και στα χέρια και η ένταση ήταν μεγαλύτερη από ποτέ.
Μια ένταση που οι δύο τους προσπάθησαν να αποκλιμακώσουν στον επόμενο αγώνα της χρονιάς, στην Ολλανδία. Έσφιξαν τα χέρια πριν τον αγώνα λέγοντας ότι το θέμα θεωρείται λήξαν, όμως κανείς από τους παρευρισκόμενους ή τον υπόλοιπο κόσμο δεν πείστηκε. Όλοι περίμεναν την επόμενη μεγάλη μάχη.
Ο Biaggi κέρδισε εκείνον τον αγώνα, καταφέρνοντας για πρώτη φορά εκείνη τη χρονιά να επιβληθεί του νεαρού αντιπάλου του. Ο Rossi δεν ‘μιλόταν’ με το τέλος του αγώνα, με τον Biaggi να έχει μια τεράστια έπαρση ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του.
Το ψυχολογικό παιχνίδι έπαιζε πάντα το ρόλο του (ειδικά ανάμεσα στους δύο) και αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στον 10ο γύρο της χρονιάς, στο Brno. Ο Biaggi πήρε την pole position, ο Rossi όμως είδε νωρίς στον αγώνα ότι η νίκη του ανήκει. Δεν πέρασε ποτέ μπροστά, πίεσε αφόρητα τον συμπατριώτη του ώσπου αυτός έκανε το λάθος, δίνοντας αμαχητί την πρωτοπορία του αγώνα στον Rossi.
Ως τότε, έχοντας περάσει τα μισά της χρονιάς, ο Biaggi είχε καταφέρει να μειώσει τη μεταξύ τους διαφορά στους 10 βαθμούς. Η Τσεχία ήταν μια από τις ευκαιρίες του να πλησιάσει και άλλο, όμως ο Rossi τον νίκησε.
Έκτοτε οι νίκες του Rossi διαδέχονταν η μία την άλλη και ο Vale έφτασε στον πρώτο του τίτλο με χαρακτηριστική άνεση και 112 βαθμούς διαφορά. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν είχαμε μάχες. Οι δύο τους συνέχισαν να τα δίνουν όλα στην πίστα, χαρίζοντάς μας απίστευτο θέαμα με επαφές και προσπεράσματα που θα μείνουν στην ιστορία.
Την επόμενη χρονιά περάσαμε στην τετράχρονη εποχή, με το συνδυασμό Rossi-Honda να είναι ανίκητος. 11 νίκες σε 16 αγώνες και ο Rossi ήταν για δεύτερη συνεχή φορά στην κορυφή του κόσμου. O Biaggi; Πέτυχε μόλις δύο νίκες μη μπορώντας να βελτιώσει τη Yamaha του στη διάρκεια της χρονιάς, τερματίζοντας το 2002 140 βαθμούς πίσω από συμπατριώτη του.
Ο Biaggi όλα τα χρόνια που βρέθηκε στη Yamaha παραπονιόταν για την έλλειψη δυναμικής της μοτοσυκλέτας του, αναφέροντας συχνά-πυκνά ότι ήταν η κορυφαία συμμετοχή της Ιαπωνικής φίρμας. Και δεν είχε άδικο, τις περισσότερες φορές ήταν η μοναδική Yamaha που τα ‘έβαζε’ με τις Honda. Εκεί που απέτυχε όμως ο Biaggi ήταν στο να βοηθήσει την εταιρία των τριών διαπασών ώστε να βελτιωθεί.
Το 2003 τον βρίσκει στη σέλα μιας δορυφορικής Honda της ομάδας του Sito Pons. Όμως, αν και ο Biaggi σίγουρα περίμενε άλλη εξέλιξη, δεν κατάφερε σε καμία περίπτωση να νικήσει τον μεγάλο του αντίπαλο. Κέρδισε και πάλι δύο φορές, τη στιγμή που ο Rossi κέρδισε εννέα. Η διαφορά τους για μια ακόμη χρονιά ήταν τεράστια (129 βαθμοί).
Το 2004 τα πράγματα άλλαξαν εντελώς. Ο Rossi υπέγραψε με την Gauloises Yamaha και ο Biaggi παρέμεινε για μια ακόμη χρονιά στην ίδια ομάδα, αντιστρέφοντας τους μεταξύ τους ρόλους σε σχέση με το 2001. Οι δύο τους ήταν πλέον σε άλλη σελίδα στην καριέρα τους, όμως ήταν εκεί για να δίνουν ακόμη τις δικές τους μάχες.
O Biaggi ήταν πλέον 32 ετών και ο Rossi 25, με τον νεαρότερο Valentino να κάνει δύσκολη την ζωή ευθύς εξ’ αρχής στον αντίπαλό του. Ο Max δήλωνε όταν άκουσε για τη μεταγραφή του Rossi ότι «θα δούμε τώρα τι θα γίνει που αντιστράφηκαν τα πράγματα» όμως ο αναβάτης από την Tavullia τον αποστόμωσε ξανά.
Με μια μοτοσυκλέτα που είχε να κερδίσει από τον Οκτώβρη του 2002 (στα χέρια του Biaggi) ο Rossi κατάφερε να κερδίσει τον Τίτλο, με εννέα νίκες και ‘αέρα’ 47 βαθμών. Ο Rossi είχε σχεδόν νικήσει ολοκληρωτικά τον μεγάλο του αντίπαλο. Και λέμε ‘σχεδόν’, γιατί υπήρξε και συνέχεια.
Το 2005 ήταν η τελευταία χρονιά συμμετοχής του Max στο MotoGP, ήταν η τελευταία φορά που βρέθηκε αντιμέτωπος με τον ‘μισητό’ του αντίπαλο. Ήταν η ώρα για τον Biaggi να πάρει για τα καλά τη θέση του Rossi στη Honda, με τους Ιάπωνες να του εμπιστεύονται ότι καλύτερο είχαν· μια εργοστασιακή RC211V της ομάδας Repsol.
Όμως, πέρα από μια πολύ δυνατή μάχη στο Mugello με τον Rossi και άλλη μία με τον Capirossi στο Motegi, o Biaggi δεν ήταν πια ο ίδιος. Είχε νικηθεί τόσο επιβλητικά από τον νεαρό αντίπαλό του, που εκείνη τη χρονιά, με ίσως την καλύτερη μοτοσυκλέτα του MotoGP, δεν κατάφερε να σημειώσει ούτε μια νίκη.
Το τέλος της χρονιάς τον είδε να αποχωρεί από τον κόσμο των Grand Prix χωρίς να μπορεί να βρει ομάδα, έχοντας ολοκληρώσει τη χειρότερη χρονιά της καριέρας του στη μεγάλη κατηγορία. Ο Rossi είχε πια κερδίσει και ο Biaggi δεν χωρούσε στην ίδια πίστα με αυτόν.
Στις 6 χρονιές που οι δύο βρέθηκαν αντιμέτωποι ο Rossi κατέκτησε 56 νίκες και ο Biaggi 10, όμως οι μάχες που μας πρόσφεραν δεν μετριούνται με στατιστικά. Δύο αναβάτες με πολύ πάθος έτυχε να βρεθούν μαζί στην πίστα και να μας χαρίσουν την Ιταλική τιτανομαχία Rossi vs Biaggi.
Μια τιτανομαχία ανάμεσα σε δύο αναβάτες του ίδιου έθνους, η οποία ως και σήμερα παραμένει μίας από τις μεγαλύτερες στην ιστορία των Grand Prix.